Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων

Έχοντας φτάσει πλέον στο σωτήριο έτος 2021, και έχοντας κάνει ο δυτικός πολιτισμός πολλά βήματα στον τομέα της ανεξαρτησίας και στην ελευθερία της έκφρασης, του τρόπου ζωής και κατ’ επέκταση και του τρόπου ένδυσης, θα φάνταζε παράταιρο το γεγονός  μία γυναίκα ή ένας άνδρας να μην μπορεί να ενδυθεί όπως επιθυμεί. Και όμως αν μεταβούμε στις 30 Νοεμβρίου του 1925 κάτι τέτοιο θα ήταν παράνομο, καθώς τότε θεσπίστηκε ένας νόμος της πολιτείας, που απαγόρευε στις γυναίκες να φορούν κοντές φούστες όταν κυκλοφορούν έξω από τα σπίτια τους. Κι όταν λέμε κοντές φούστες, μην πάει το μυαλό σας σε «καυτά» μίνι, αλλά οποιαδήποτε φούστα άνω των 30 πόντων από το έδαφος παρέβαινε τον νόμο και διωκόταν ποινικά.

Η διάταξη που είχε θεσπιστεί επί Παγκάλου ανέφερε ρητώς ότι:

«Κατόπιν διαταγής του Προέδρου της Κυβερνήσεως, καταρτίζεται και υποβάλλεται εις το υπουργείον Εσωτερικών προς έγκρισιν αστυνομική διάταξις δι’ ης απαγορεύονται αι κονταί φούσται των γυναικών. Το κατώτατον άκρον της φούστας δέον να απέχη από του εδάφους 30 εκατοστά του μέτρου. Εις τον περιορισμόν τούτον υπάγονται άπασαι αι γυναίκες από του 12ου έτους και άνω. Αι παραβάτιδες θα παραπέμπωνται εις το επ’ αυτοφώρω πταισματοδικείον, συνυπεύθυνοι θα είναι και οι γονείς αυτών. Η εφαρμογή θα αρχίση από 15 Δεκεμβρίου.»

Σύμφωνα με τον αστικό μύθο γύρω από την θέσπιση του νόμου, μια ημέρα η σύζυγος του δικτάτορα αποφασίζει να επισκεφθεί τον άνδρα της στο πρωθυπουργικό γραφείο. Εκεί η Αριάδνη Σκλιά-Σαχτούρη συναντά μια νεαρή εργαζόμενη κοπέλα, η οποία περιφέρεται φορώντας ξεδιάντροπα μια φούστα μέχρι το γόνατο. Τότε η Πρώτη Κυρία επέπληξε τον αστυνομικό διευθυντή, κατηγορώντας τον ότι επιτρέπει στις γυναίκες να κυκλοφορούν προκλητικά ντυμένες στο χώρο εργασίας και μπροστά στα αδιάκριτα μάτια των ανδρών. Κατόπιν αυτού ο Πάγκαλος, σε μια προσπάθεια του να ηρεμήσει την σύζυγό του, θέσπισε τη δικτατορία της μεζούρας.

Αφού πέρασε το δεκαπενθήμερο που είχε δοθεί περιθώριο στις Αθηναίες να προετοιμαστούν και να προσαρμόσουν την γκαρνταρόμπα τους στα νέα δεδομένα, οι δρόμοι της πρωτεύουσας γέμισαν με αστυνομικούς, «οπλισμένους» με μεζούρες για την επιβολή της τάξης. Ο δικτάτορας Πάγκαλος συνόδευσε την αναγγελία του νόμου για τις φούστες με μια ανακοίνωση στην οποία σύστηνε στις γυναίκες να μην απλώνουν σε δημόσια θέα μπουγάδες με τα εσώρουχα τους, διότι αυτό ήταν αντίθετο στις ελληνικές χρηστές παραδόσεις. Τα ραφτάδικα βέβαια και οι μοδίστρες έκαναν χρυσές δουλειές, καθώς όλες οι γυναίκες πήγαιναν τα κοντά φορέματα τους για να τα μακρύνουν, ενώ τα καταστήματα υφασμάτων ξεπούλησαν τα στοκ τους.

Τι γινόταν, όμως, αν η κατάσταση ήταν οριακά εκεί γύρω στα 30 εκατοστά από το έδαφος; Τότε τον πρώτο λόγο τον είχε η μεζούρα. Προχωρούσαν δε και σε συλλήψεις, σε περίπτωση που διαπίστωναν ότι κάποια κοπέλα είχε υποπέσει σε παράβαση και κυκλοφορούσε με φούστα πιο κοντή από το προβλεπόμενο.

Η θέσπιση και κυρίως η εφαρμογή του μέτρου δημιούργησαν μεγάλες αντιδράσεις. Οι πρώτες αντιδράσεις ήρθαν από τους συντηρητικούς, οι οποίοι άρχισαν να διαμαρτύρονται πως οι αστυνομικοί άγγιζαν τα πόδια των θυγατέρων ή των συζύγων τους για να μετρήσουν τις φούστες. Έντονα διαμαρτυρήθηκαν και οι φεμινίστριες, που θεώρησαν το μέτρο περιοριστικό των ελευθεριών των γυναικών. Τέλος, διαμαρτυρήθηκαν ακόμη και πάρα πολλοί άνδρες, οι οποίοι τόνιζαν πως έπρεπε να επωμιστούν το έξοδο της επιμήκυνσης των ρούχων των συζύγων τους προκειμένου να γλιτώσουν απ’ όλον αυτόν τον διασυρμό που έφτανε μέχρι και τα δικαστήρια. Οι θεατρικές επιθεωρήσεις λοιδορούσαν τον νόμο, ενώ ξένες εφημερίδες έστειλαν ανταποκριτές για να κάνουν ρεπορτάζ από το πρωτοφανές για ευρωπαϊκή χώρα μέτρο. Η διάταξη αυτή αποτέλεσε και πηγή έμπνευσης για ένα ρεμπέτικο κομμάτι του Γιώργου Μητσάκη, που τραγούδησε ο Γιώργος Νταλάρας, και το οποίο ξεκινούσε με τον στίχο «Στην εποχή του Πάγκαλου ήταν μακριές οι φούστες»!

Οι συλλήψεις ήταν πολλές και τα δικαστήρια αρκετά. Εκεί οδηγήθηκε και η Κατίνα Βογιατζή, χαρακτηριστική περίπτωση μιας 22χρονης κοπέλας η οποία είχε την ατυχία να είναι η πρώτη γυναίκα που θα συλληφθεί, τον Μάρτιο του 1926, και θα καθίσει στο εδώλιο του κατηγορουμένου επειδή φορούσε «κοντή» φούστα, καθώς η μεζούρα έδειξε 38 εκατοστά! Είχε ξεπεράσει, δηλαδή, το όριο κατά 8 ολόκληρα εκατοστά!

Η κατηγορουμένη, και ενώ η δίκη στο πταισματοδικείο βρισκόταν σε εξέλιξη, κατέβασε τη φούστα της για να απέχει λιγότερο από το έδαφος. Ένας αστυνομικός την είδε και ανέβασε ξανά τη φούστα, ώστε ν’ αποδειχθεί το έγκλημα! Η Κατίνα την ξανακατέβασε. Ο αστυνόμος την ξανανέβασε. Μέχρι που ο συνήγορος της κατηγορουμένης εκνευρίστηκε! Ο αστυνομικός εξήγησε στους δικαστές τι είχε συμβεί, αλλά ο συνήγορος της Κατίνας διαμαρτυρήθηκε προς την έδρα, διότι το όργανο της τάξης θώπευε τα πόδια στην προσπάθειά του να φέρει τη φούστα στο σωστό ύψος!

Την επόμενη ημέρα οι εφημερίδες της εποχής, μαζί με το ρεπορτάζ από την δίκη, είχαν και έναν σπαρταριστό διάλογο της 22χρονης Κατίνας με τον πρόεδρο του δικαστηρίου:

Δικαστής: Μην την τραβάτε τη φούστα, κύριε συνήγορε. Το αδίκημα εβεβαιώθη. Το αμφισβητείτε, δεσποινίς;
Κατηγορουμένη: (γελώντας) Όχι.
Δικαστής: Διατί εφορούσατε κοντήν φούσταν;
Κατηγορουμένη: Δεν το ήξερα. Είχα μάθει ότι η διάταξις είχε καταργηθεί. Δεν διαβάζω, βλέπετε, εφημερίδες.

Τελικά, η 22χρονη Κατίνα Βογιατζή καταδικάστηκε σε 24ωρη κράτηση και καταβολή των εξόδων της δίκης.

Όπως ήταν φυσικό, το μέτρο αυτό δεν άντεξε για πολύ. Στις 31 Μαρτίου 1926 καταργήθηκε. Το μέτρο είχε σηκώσει θύελλες αντιδράσεων και βρήκε πολλούς αντιπάλους, ενώ ταυτόχρονα ο Πάγκαλος φοβήθηκε πως το καθεστώς του θα γελοιοποιηθεί εντελώς καθώς ήδη είχε αποκτήσει τη φήμη του κυνηγού των κοντών φορεμάτων, και έτσι έδωσε νέα εντολή στον Ιωάννη Καλυβίτη να τερματίσει άμεσα την εφαρμογή του.

Αυτό το γεγονός λοιπόν, που θα έλεγε κανείς ότι δε συνάδει με τη σύγχρονη εποχή, και δεν υφίσταται καθώς βρισκόμαστε στην δεύτερη δεκαετία τις δεύτερης χιλιετίας και μία πνοή ελευθερίας διατρέχει τον τομέα της ένδυσης του κάθε ατόμου. Όμως αντίθετα  το άρθρο του Συντάγματος 103 παρ. 1 και Ν. 3528/2007 άρθρο 27 παρ. 1 (YΚ, ΦΕΚ 26 A) έρχεται να κόψει αυτή την πνοή και να μας υπενθυμίσει ότι είναι συνταγματικώς κατοχυρωμένη στις υποχρεώσεις των δημοσίων υπαλλήλων η ευπρεπής και επιμελημένη εμφάνιση των εργαζόμενων σε δημόσιες θέσεις, γεγονός που θέτει πάλι όρια στην ανεξαρτησία του καθενός να ενδύεται όπως επιθυμεί.

Στο  συγκεκριμένο άρθρο οριοθετούνται και άλλες συναφείς συμπεριφορές και υποχρεώσεις των δημοσίων υπαλλήλων. Ο δημόσιος υπάλληλος, εκτός από κρατικός λειτουργός, παραμένει και πολίτης. Οφείλει λοιπόν να συμπεριφέρεται απέναντι στους πολίτες που συναλλάσσονται μαζί του με τον ίδιο τρόπο που θα απαιτούσε να συμπεριφέρονται οι άλλοι στον ίδιο και τους οικείους του, και συγκεκριμένα με ευπρέπεια και σεβασμό, επαγγελματισμό, ανιδιοτέλεια και ακεραιότητα. Ο δημόσιος υπάλληλος πρέπει να έχει επιμελημένη και ευπρεπή εμφάνιση, να συμπεριφέρεται με ευγένεια και να αποφεύγει γενικότερα, κάθε πράξη που θα μπορούσε να προσβάλει ή να μειώσει την προσωπικότητα ή την επαγγελματική υπόσταση των ατόμων με τα οποία συναλλάσσεται. Άρα λοιπόν φαίνεται ότι ακόμα και σήμερα το μήκος της φούστας θα μπορούσε να αποτελέσει πιθανή αιτία παραίνεσης στα δικαστήρια υπό κάποιες συνθήκες.

Μήπως τότε την επόμενη φορά που θα αποφασίσετε να φορέσετε το ωραίο σας μίνι φόρεμα θα πρέπει να το ξανασκεφτείτε; Μήπως η μεζούρα καιροφυλακτεί και όχι μόνο στις φούστες;

 

By: Ηλέκτρα-Ηρώ Ζώτου

Πρώτη δημοσίευση:www.theinsomniacs.net

Post Author: Editor

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *