
Κώστας Κρυστάλλης
Επιβλητικός, υπερμεγέθης ορειχάλκινος ανδριάντας (ύψους 2,60 μ) . Ο “ποιητής του βουνού και της στάνης” παρουσιάζεται μπροστά στο πατρικό του σπίτι, αγέρωχος, μυστακοφόρος και ευθυτενής. Φορά ποιμενική κάππα και κρατά στα χέρια του το βιβλίο των ποιημάτων του και την παραδοσιακή βλάχικη γκλίτσα του χωριού του.
Τοποθεσία
Συρράκο Ηπείρου
Πατρότητα
Φιλοτεχνήθηκε από την Λουκία Γεωργαντή-Οικονομοπούλου το 1976, κόρη των γλυπτών Νικολάου και Ελένης Γεωργαντή. Η Λουκία Γεωργαντή ακολουθεί στη γλυπτική της τον ακαδημαϊκό ρεαλισμό του πατέρα της, χωρίς να επιδιώκει αφαιρέσεις ή καινοτόμες αναζητήσεις.
Ο Κώστας Κρυστάλλης γεννήθηκε στο Συρράκο της Ηπείρου το1868, γιος του εύπορου εμπόρου Δημητρίου Κρυστάλλη και της συζύγου του Γιαννούλας, το γένος Ψαλίδα. . Παππούς του ποιητή ήταν ο Κωσταντής Κρυστάλλης, ο δε προπάππος του Δήμος απαγχονίστηκε στα 1821, μετά τη συμμετοχή του στον ξεσηκωμό της περιοχής που υποκίνησαν ο Κωλέτης και ο Τουρτούρης. Στο Συρράκο πήγε σχολείο και μετά το θάνατό της μητέρας του, το δεύτερο γάμο του πατέρα του και την εγκατάσταση της οικογένειας στα Γιάννενα συνέχισε στη Ζωσιμαία Σχολή.
Το1887 δημοσίευσε το ποίημα «Αι σκιαί του Άδου», στο οποίο εξυμνεί τους αγωνιστές της Επανάστασης του 1821. Εξαιτίας αυτού διώχθηκε από τις τουρκικές αρχές και κατέφυγε στην Αθήνα (Ιανουάριος 1889), ενώ τα τουρκικά δικαστήρια τον καταδίκασαν ερήμην σε 25ετή εξορία στη Βαγδάτη. Στην Αθήνα εργάστηκε ως τυπογράφος για δυο χρόνια, δημοσίευσε το ιστορικό επύλλιο (σύμφωνα με δικό του χαρακτηρισμό) “Ο καλόγηρος της Κλεισούρας του Μεσολογγίου”, και έγραψε την ποιητική συλλογή “Χελιδόνες” και την ηθογραφία “Παρά την πηγήν”. Αργότερα υπέβαλε στο Φιλαδέλφειο ποιητικό διαγωνισμό τη συλλογή “Αγροτικά”, που τιμήθηκε με έπαινο.
Εξακολούθησε να γράφει και να δημοσιεύει ποιήματα και αφηγήματα σε διάφορα έντυπα της εποχής και προσλήφθηκε στο περιοδικό “Εβδομάς”, όπου από το 1892 δημοσίευε σε συνέχειες το λαογραφικό έργο του “Οι Βλάχοι της Πίνδου”. Την ίδια περίοδο ξεκίνησε και το ενδιαφέρον του για την ιστοριοδιφική έρευνα, ενώ δε σταμάτησε να αγωνίζεται για την ελευθερία της πατρίδας του κυρίως ως συνεργάτης στην εφημερίδα “Φωνή της Ηπείρου” (1892-1894). Το 1892 τιμήθηκε ξανά με έπαινο στο Φιλαδέλφειο διαγωνισμό για τη συλλογή του “Ο τραγουδιστής του χωριού και της στάνης”. Στο τέλος του 1893 κέρδισε 2.500 δραχμές σε λαχείο και έτσι μπόρεσε το 1894 να δημοσιεύσει τα “Πεζογραφήματα”. Την περίοδο εκείνη ο Κρυστάλλης εργαζόταν στη εταιρεία σιδηροδρόμων Πελοποννήσου. Η επιδείνωση της κατάστασης της υγείας του υπήρξε ραγδαία, έφυγε για την Κέρκυρα και κατόπιν για την ΄Αρτα στο σπίτι της αδερφής του, όπου πέθανε σε ηλικία 26 ετών.
Οι πρώτες ποιητικές συλλογές του Κρυστάλλη εντάσσονται στο ρομαντισμό της Α΄ Αθηναϊκής Σχολής και είναι γραμμένες σε καθαρεύουσα γλώσσα, αποτέλεσμα των επιρροών που δέχτηκε ο ποιητής από την επαφή του με το πνεύμα του αθηναϊκού ρομαντισμού. Το πεζογραφικό του έργο (συγκεντρωμένο στον τόμο Πεζογραφήματα), συμβαδίζει με το κλίμα της πεζογραφίας της γενιάς του 1880: δημοτική γλώσσα, ηθογραφία, καλλιέργεια του διηγήματος. Μέσα στα ελάχιστα χρόνια που έζησε, πρόλαβε να μας δώσει κάποια δείγματα γραφής που φανερώνουν τον γεννημένο πεζογράφο. Στα διηγήματα του ο Κρυστάλλης είναι πληθωρικός, βιάζεται να τα πει όλα, σαν να προαισθάνεται πως δεν υπάρχει γι’ αυτόν πίστωση χρόνου. Η ζωντάνια του στις περιγραφές της φύσης ξαφνιάζει. Οι διάλογοι του έχουν την απλότητα και τη σοφία του λαϊκού λόγου.
Η ποίηση του Κρυστάλλη επικρίθηκε από πολλούς, οι οποίοι την θεώρησαν νεκρή ή δουλική μίμηση του δημοτικού τραγουδιού, σχοινοτενείς και αδιάφορες περιγραφές. Πάντως, η απήχηση του έργου του και οι έπαινοι που το συνόδευαν αποδίδουν τη γενικότερη ανάγκη του τότε κοινού για την επανασύνδεσή του με καταστάσεις από τις οποίες μόλις είχε αποσυνδεθεί, ζώντας σε ένα νόθο αστικό περιβάλλον που του είχε επιβάλει και υποβάλει μια νοοτροπία ευθυγράμμισης με τα ευρωπαϊκά πρότυπα.
Ο Κρυστάλλης ασχολήθηκε επίσης με τη συλλογή ιστορικού και λαογραφικού υλικού: ήθη και έθιμα, δημοτικά τραγούδια, παραδόσεις. Το πρώτο του πεζογράφημα ήταν το «Vie De Montage» πού το εξέδωσε στο Παρίσι το 1895. με το οποίο σατυρίζει τα ελληνικά πολιτικά έθιμα ενώ έδινε και σκηνές από την ληστοκρατία στην Ελλάδα. Η ενασχόλησή του αυτή αποτυπώνεται σε άρθρα του, όπως στους Γ’και Δ΄τόμους του Ἐγκυκλοπαιδικού Λεξικού των Μπαρτ και Χίρστ (1892 και 1893), όπου δημοσίευσε πενήντα οχτώ ηπειρωτικά άρθρα. Επίσης, σε αφηγηματικά πεζογραφήματά του και ποιήματα περιγράφει γαμήλια έθιμα και δίνει εκτενείς ενδυματολογικές πληροφορίες για τους κατοίκους της περιοχής.
Μετά τον θάνατό του, τιμήθηκε όσο λίγοι ποιητές, γιατί ο Κρυστάλλης μίλησε στην ψυχή του λαού και το έργο του άντεξε στον χρόνο. Πολλές και συνεχείς εκδηλώσεις προς τιμήν του, όπως τα Κρυστάλλεια στο μέγαρο της Δούκισσας της Πλακεντίας. Σχεδόν όλες οι πόλεις, έχουν ένα δρόμο στο όνομά του ενώ υπάρχουν 27 δρόμοι με το όνομά του στο λεκανοπέδιο της Αττικής. Προτομές στήθηκαν στην Πεντέλη, στη Λάρισα, στα Γιάννενα, στο Συρράκο, στην Άρτα και τελευταία στην Πρέβεζα
Το 2018 ο Δήμος Βορείων Τζουμέρκων και η Τοπική Κοινότητα Συρράκου σε συνεργασία με τους Συνδέσμους Συρρακιωτών, διοργάνωσαν εκδήλωση για τα 150 χρόνια από τη γέννηση του ποιητή. Στην εκδήλωση, που τίμησε με την παρουσία του ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Πρ. Παυλόπουλος, έγιναν τα αποκαλυπτήρια της (δεύτερης) προτομής του ποιητή (στην είσοδο του Συνεδριακού Κέντρου «Κώστας Κρυστάλλης»), που φιλοτέχνησε ο γλύπτης, ομότιμος καθηγητής Σχολής Καλών Τεχνών Θεόδωρος Παπαγιάννης.
Γράφει η Στυλιανή Ζιώγα, εκπαιδευτικός-μεταπτυχιακή φοιτήτρα Π.Τ.Δ.Ε.
Όνομα Συντάκτη
Βιβλιογραφία
Διαδικτυακές πηγές
https://zsgiannina.gr/wp-content/uploads/2015/04/248-%CE%9B%CF%8C%CE%B3%CE%B9%CE%BF%CE%B9.pdf
http://kozanimedia.gr
https://epirusgate.blogspot.com/2019/08/syrrako-laografiko-mouseio-kwsta-krystallh.html
Ο συντάκτης φέρει την ευθύνη των κειμένων.