
Μνημείο Ποντιακού Ελληνισμού
Το μνημείο απεικονίζει μια γυναικεία μορφή με φτερά αντί για χέρια, το κεφάλι της οποίας κρύβεται από το αριστερό της φτερό. Το γλυπτό είναι κατασκευασμένο από ορείχαλκο, ενώ είναι τοποθετημένο πάνω σε ένα μαρμάρινο βάθρο το οποίο έχει σκάλισμα από την μπροστινή πλευρά μία ανδρική μορφή που χορεύει τον πυρρίχιο (ποντιακό χορό) και από την αριστερή μία γυναίκα με ένα παιδί που φορούν την παραδοσιακή ποντιακή φορεσιά. Στο μαρμάρινο βάθρο είναι χαραγμένα από την μπροστινή πλευρά:
Η ΡΩΜΑΝΙΑ ΚΙ ΑΝ
ΠΕΡΑΣΕΝ ΑΝΘΕΙ
ΚΑΙ ΦΕΡΕΙ ΚΙ ΑΛΛΟ
ΠΥΡΡΙΧΙΟΣ ΕΠΙ ΔΗΜΑΡΧΙΑΣ
4ος ΑΙΩΝΑΣ Π.Χ ΛΑΝΔΡΑΚΗ
και από την πίσω πλευρά:
ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ ΤΩΝ
ΕΛΛΗΝΩΝ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ.
ΞΕΡΙΖΩΜΕΝΟΙ ΑΠ’ ΤΙΣ ΕΣΤΙΕΣ ΤΟΥΣ
ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ
ΤΗ ΜΝΗΜΗ ΤΩΝ ΠΡΟΓΟΝΩΝ ΤΟΥΣ
ΣΤΟΧΑΣΤΙΚΑ ΤΙΜΟΥΝ
ΕΝΩΣΗ ΠΟΝΤΙΩΝ ΓΛΥΦΑΔΑΣ
Η ΡΩΜΑΝΙΑ
Τα αποκαλυπτήρια του μνημείου του Ποντιακού Ελληνισμού πραγματοποιήθηκαν στις 19 Μαΐου 2000 σε συνεργασία Πνευματικού και Πολιτιστικού Κέντρου του Δήμου Γλυφάδας, με την ένωση Ποντίων Γλυφάδας, έργο που αποτελεί δημιουργία της γλύπτριας Θέλξης Θεοχάρη.
Τοποθεσία
Το εν λόγω γλυπτό είναι τοποθετημένο από την ημέρα των εγκαινίων του έως και σήμερα στην πλατεία Κονίτσης στην Άνω Γλυφάδα, δίπλα από τον Ποντιακό σύλλογο “Η Ρωμανία”.
Πατρότητα
Το γλυπτό φιλοτεχνήθηκε από την καλλιτέχνη Θέλξη Θεοχάρη. Η Θεοχάρη κατάγεται από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου από οικογένεια με παράδοση στην τέχνη της γλυπτικής, την οποία μάλιστα η ίδια διδάχθηκε από τον παππού της και τον πατέρα της. Είναι πτυχιούχος της Σχολής Καλών Τεχνών καθώς και του τμήματος Ιστορίας της Τέχνης της Διεθνούς Ακαδημίας Τεχνών. Έχει πραγματοποιήσει πλήθος ομαδικών εκθέσεων, καθώς και εννέα ατομικές εκθέσεις Γλυπτικής και Ζωγραφικής, ενώ έχει βραβευθεί με το πρώτο βραβείο σε διεθνείς διαγωνισμούς. Έχει καταπιαστεί στη διάρκεια της καριέρας της με αναπαλαιώσεις κτιρίων, ενώ έχει δημιουργήσει προς αξιοποίηση της επιτροπής Ολυμπιακών Αγώνων πλήθος αγαλμάτων.
Ο όρος Ρωμανία δεν είναι ιστορικά συνδεδεμένος αποκλειστικά με τον Ποντιακό ελληνισμό. Ρωμανία είναι ουσιαστικά η χώρα των Ρωμαίων, όπως προέκυψε με την εξάπλωση της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Επισήμως αφορούσε κυρίως την Ανατολική Λατινική Αυτοκρατορία (Βυζάντιο 5ος-6ος αιώνας), σταδιακά με την εξάπλωση του Χριστιανισμού ο όρος Ρωμανία απέκτησε και θρησκευτικά χαρακτηριστικά και κατέληξε να σημαίνει τον πολίτη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που ήταν μη Τούρκος και μη μουσουλμάνος. Η φράση “Η Ρωμανία κι αν έπεσεν ανθεί και φέρει κι άλλο” αναδεικνύει το ηθικό, την αισιοδοξία αλλά και την ενότητα των Ελλήνων του Πόντου παρά τα όσα υπέστησαν. Συγκεκριμένα η φράση σημαίνει πως μπορεί ο λαός του Πόντου να έχει πληγεί, να μην έχει πλέον εξουσία και να έχει απομακρυνθεί από τα παραδοσιακά εδάφη του, όμως συνεχώς ανθίζει.
Έλληνες του Πόντου θεωρούνται οι ελληνόφωνοι χριστιανοί που κατάγονται από την περιοχή του Πόντου, δηλαδή την βορειοανατολική Τουρκία. Οι Πόντιοι κατοικούσαν κυρίως στα αστικά κέντρα ενώ φαίνεται πως συγκέντρωναν μεγάλο μέρος του πλούτου στα χέρια τους λόγω των τεχνικών επαγγελμάτων με τα οποία συχνά καταπιάνονταν και την ενασχόλησή τους με το εμπόριο. Το ελληνικό φύλο εντοπίζεται να κατοικεί στην ευρύτερη περιοχή του Πόντου από την αρχαιότητα μέχρι την εποχή των διώξεων και της αναγκαστικής απομάκρυνσής τους από τον τόπο.
Οι βιαιοπραγίες κατά τους ιστορικούς ξεκινούν από το 1908, με την επικράτηση του κινήματος των Νεότουρκων, το οποίο δεν άργησε να εμφανίσει τους εθνικιστικούς σκοπούς του, διαπράττοντας βιαιοπραγίες εναντίον μη Τούρκων πολιτών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το 1915 εκπονήθηκε ένα σχέδιο από την Οθωμανική αυτοκρατορία με σκοπό την δίωξη των χριστιανικών πληθυσμών και τον εκτουρκισμό της περιοχής. Δημιουργήθηκαν τα τάγματα εργασίας (Αμελέ Ταμπουρού) στα οποία υπηρετούσαν όσοι άνδρες δεν είχαν στρατευτεί με σκοπό την εκτέλεση εργασιών όπως η διάνοιξη δρόμων,εργασία σε ορυχεία και λατομεία υπό απάνθρωπες συνθήκες, για κάποιους με απώτερο σκοπό την εξόντωσή τους. Το πρόγραμμα εφαρμόστηκε αφήνοντας μεγαλύτερες πληγές στις περιοχές της Σαμψούντας και της Μπάφρας. Η περιοχή της Τραπεζούντας ήταν η μόνη στην οποία δεν εφαρμόστηκε καθώς εκείνη την περίοδο είχε καταληφθεί από τον Ρωσικό στρατό, τον οποίο ακολούθησε μεγάλο μέρος του πληθυσμού της πόλης κατά την εγκατάλειψή της το 1918 ώστε να μην αποτελέσουν θύματα του διατάγματος. Οι περισσότεροι εξ αυτών εγκαταστάθηκαν στην περιοχή του Καυκάσου και των παραλίων της Γεωργίας. Πολλοί Πόντιοι ως αντίδραση στις πράξεις των Τούρκων έφυγαν αντάρτες στα βουνά.
Μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου υπήρχαν ελπίδες πως οι εχθροπραξίες θα παύονταν και πως ο Πόντος θα συμπεριλαμβανόταν στο Ελληνικό κράτος. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος όμως, θεώρησε πως αυτό δεν θα μπορούσε να είναι εφικτό λόγω της τοποθεσίας των περιοχών του Πόντου που καθιστά την υπεράσπισή τους ιδιαίτερα δύσκολη. Οι Πόντιοι συνυπέγραψαν με τους Αρμένιους το 1919 την δημιουργία ποντοαρμενικού κράτους, κάτι που ποτέ δεν πραγματοποιήθηκε εξαιτίας της ήττας των Αρμενίων απέναντι στο στρατό του Κεμάλ. Ο Κεμάλ με την αποβίβασή του στην Σαμψούντα ξεκινά την δεύτερη και σκληρότερη φάση της Ποντιακής Γενοκτονίας καθοδηγούμενος από Γερμανούς και Σοβιετικούς συμβούλους του, ενώ παράλληλα κάνουν την εμφάνισή τους άτακτες ομάδες (τσέτες) που πραγματοποιούν επιθέσεις κατά Χριστιανικών πληθυσμών.
Οι τρόποι αφανισμού του Ελληνικού-Χριστιανικού στοιχείου ήταν οι δολοφονίες, οι εξορίες ακόμα και οι πυρπολήσεις ολόκληρων χωριών, ενώ μικρά κορίτσια και αγόρια απομακρύνονταν με τη βία από τις οικογένειές τους και δίνονταν σε χαρέμια εύπορων Τούρκων. Οι πληροφορίες για τον αριθμό των θυμάτων ποικίλουν κάποιοι μιλούν για 100.000-150.000 θύματα και άλλοι για 300.000-350.000.
Τα γεγονότα αυτά δεν αναγνωρίζονται ως γενοκτονία από το Τουρκικό κράτος μέχρι και σήμερα. Η Γενοκτονία των Ποντίων αναγνωρίζεται από τη Διεθνή Ένωση Ακαδημαϊκών για τη Μελέτη των Γενοκτονιών (IAGS, International Association of Genocide Scholars) από τις 15 Δεκεμβρίου 2007. Από το 2006 αναγνωρίζεται επίσης από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Με απόφαση της βουλής των Ελλήνων που έγινε νόμος του κράτους στις 24 Φεβρουαρίου του 1994 καθιερώθηκε ημέρα μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου και ακολούθησε στις 19 Μαΐου του 1994 η Κύπρος. Η Γενοκτονία αναγνωρίστηκε από την Σουηδία στις 11 Μαρτίου του 2010, από την Αρμενία στις 24 Μαρτίου του 2015, από την Ολλανδία στις 9 Απριλίου του 2015, από τη βουλή των αυστραλιανών πολιτειών της Νότιας Αυστραλίας και της Νέας Νότιας Ουαλίας, την Αυστρία και τον Καναδά (Οττάβα, Τορόντο) Στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής η Γενοκτονία των Ποντίων αναγνωρίζεται από: Νέα Υόρκη (19 Μαΐου 2002), Νιου Τζέρσεϊ (2 Σεπτεμβρίου 2002), Κολούμπια (8 Δεκεμβρίου 2002), Νότια Καρολίνα (10 Ιανουαρίου 2003), Τζόρτζια (3 Φεβρουαρίου 2003), Πενσιλβάνια (12 Δεκεμβρίου 2003), Φλόριντα (20 Απριλίου 2005), Κλίβελαντ (11 Μαΐου 2005), Ρόουντ Άιλαντ (2008), Ιντιάνα (Δεκέμβριος 2014), Νότια Ντακότα (26 Φεβρουαρίου 2015), Δυτική Βιρτζίνια (24 Απριλίου 2016), Καλιφόρνια (11 Σεπτεμβρίου 2019).
To μνημείο της Γενοκτονίας των Ποντίων είναι τοποθετημένο στην πλατεία Κονίτσης, πλατεία στην οποία συχνάζουν κυρίως παιδιά, στην Άνω Γλυφάδα, δίπλα από την ένωση Ποντίων Γλυφάδας “Η Ρωμανία”. Ο σύλλογος είναι ιδιαίτερα ενεργός και κάθε χρόνο περί τα τέλη Ιουνίου οργανώνει χορευτικές εκδηλώσεις στην πλατεία, με διαφορετική θεματολογία κάθε φορά εμπνευσμένη από την Ποντιακή κουλτούρα και παράδοση (Τραπεζούντια). Μάλιστα προς τιμήν του συλλόγου, η πλατεία Κονίτσης έχει μετονομαστεί σε πλατεία Πόντου.
Όνομα Συντάκτη
Γράφει η Βασιλική Βλαχάκη, φοιτήρια του Π.Τ.Δ.Ε., του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.
Βιβλιογραφία
Φωτιάδη, Κ. (2004) Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου , Αθήνα: Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων
Διαδικτυακές πηγές:
www.thelxis.gr
www.romania-glyfada.gr/
www.pontos-news.gr
Ο συντάκτης φέρει την ευθύνη των κειμένων.